Παρασκευή 20 Ιουνίου 2008

Στο χοσπιτάλι

Δυο φιλενάδες είμαστε
Στο κόσμο αγαπημένες
Η Κατερίνα κι η Φιλιώ
Βογγάνε οι καημένες

Σ ένα κρεβάτι ήμουνα
Και πέθαινα στο πόνο
Κι η Κατερίνα η τρελή
Πυρετούλι είχε μόνο

Δεν ήξεραν τι είχε αυτή
Της έπιναν το αίμα
Κι εμένανε με τη χολή
Μου τρύπαγαν το δέρμα

Ήρθε και μια καλή γριά
Μαρία δίχως βάρος
Με πόνο ήρθε η καψερή
Μα μίλαγε με θάρρος

Γιαούρτι έφτιαχνε καλό
Ας έδινε κι εμένα
Μα δίχως λίπος τρώω η χοντρή
Και τα χω πια χαμένα

Η Κατερίνα η Μαρία κι η Φιλιώ
Τους τρέλαναν βρε όλους
Θάλαμος δεν ήτανε αυτός
Θα παίζανε και βόλους

Οι νοσοκόμες οι καλές
Τους έκαναν χατίρια
Κατέβαινα και κάπνιζαν
Έτρωγαν και βανίλια

Πάντα με το χαμόγελο
Τις έβλεπαν εκείνες
Θερμόμετρο τους έβαζαν
Τους έδιναν βιταμίνες

Τα γέλια ακουγόντουσαν
Σε όλους τους θαλάμους
Τρελές ήτανε όλες τους
Δε πήγαιναν τους γάμους

Παρέα έκαναν καλή
Τα τρία μας κορίτσια
Αν έκαναν και κούρα ομορφιάς
Θα ζούσαν στα Παρίσια

Σας δίνω μόνο μια ευχή
Φίλες καλές να βρείτε
Και τη διαμονή στο hospital
Εσείς να τη χαρείτε

Υγεία να χετε πολύ
Άλλο κακό μη δείτε
Τις νοσοκόμες τις καλές
Να μη τις χρειαστείτε

Πέμπτη 5 Ιουνίου 2008

Γκουζγκούνης

Κάθομαι στο μπαλκόνι μου
Με φίλες μου τα πίνω
τρώω το ψαράκι μου
Στον άντρα μου δε δίνω

Ξάφνου εμφανίστηκε
Ο πειρατής ο σκύλος
θηλιά μου έδεσε αυτός
Κι ας ήτανε και φίλος

Με το μαχαίρι του το μυτερό
Έκανε τσαλιμάκια
Εγώ όμως δεν τσίμπησα
Του έκανα κορδελάκια

Στο άλλο λιμάνι ανέβηκαν
Δυο πόντιες που…….ες
Δεν ήξεραν οι άμοιρες
Πως έπαιρναν παράδες

Χο-χο τραγούδαγαν
Μ ένα μπουκάλι ρούμι
Τύφλα όλοι γενήκανε
Σ ένα βαθύ μπουντρούμι

Ήρθανε κι άλλοι πειρατές
Ζηλέψανε το ρούμι
Μου δέσανε τα μάτια μου
Με πήγαν στη Κατούνη

Θέλανε τσίπουρο να πιούν
Δε θέλανε το ρούμι
Μεζέδες θέλανε να φαν
Μαζί με το Γκουζγκούνη

Οι πειρατές μας μέθυσαν
Τι το θελαν το πιόμα
Βρεθήκανε στο πάτωμα
Να κάνουνε το πτώμα

άντρες μαζεύτηκαν πολλοί
Μαζί και o Γκουζγκούνης
Χέρι τους έβαζε θαρρώ
Δεν ήτανε τσιγκούνης

Πάει οι άντρες χάθηκαν
Τους πάτησε το τρένο
Γινήκαν όλοι φλώρηδες
δε πάταγαν το φρένο

Ένας Γκουζγκούνης έμεινε
Άντρας ανδρειωμένος
Μα γέρασε λοιπόν κι αυτός
Είναι και χορτασμένος .


Αφιερωμένο στους απανταχού πειρατές-Γκουζγκούνηδες!!

Miss.piggie67

Τετάρτη 21 Μαΐου 2008

Είμαι η Μαίρη Παναγιωταρά !


Παιχνίδια έχω εγώ πολλά
Και κούκλες και πατίνια
Τριγύρω όλα παίζουνε
Του κόσμου τα χαμίνια

Τζαμί κι αγάλματα εγώ
κι εσύ κρυφτό και μπίλιες
ανάθεμά τον έρωτα
που κρύφτηκε στις γρίλιες

παιδάκι ήμουνα θαρρώ
κι ήθελα εγώ να παίξω
μα ξάφνου εμεγάλωσα
να δω πως θα τ αντέξω

Γυναίκα έγινα μαθές
Κι αγάπησα ένα γαύρο
Τίποτα δεν τον ένοιαζε
Τον φώναζαν και Σταύρο

Δουλειά και αυτοκίνητο
Παιδιά και εργασία
Κι ορίστε εκατάντησα
Σα τη κουτσή Μαρία

Μαίρη Παναγιωταρά
θα με φωνάζουν όλοι
αδιάφορα θα τριγυρνώ
σε τούτη εδώ τη πόλη

Ανάθεμά σε έρωτα
Που κρύφτηκες στις γρίλιες
Έβαλες και τους φίλους σου
Να σου κρατάνε τσίλιες

Μια ώρα ζητάω η καψερή
Μια μονάχα ώρα
Τον εαυτό μου για να βρω
Είμαι μια άλλη τώρα

Θα γλίτωνα τότε εγώ
Απ’ τα γα…..σια όλα
και που και που θα φώναζα
αφήστε τη καρ…..λα.


miss.piggie67


Aνδρα μοι ένεπε !!! ( ασχετο αλλα ωραίο)

Τι τους θες αυτους μωρε ?
Ολοι είναι με «τιγρέ»!
Δεν υπάρχουνε πια άντρες
Τους εθάψανε σε μάντρες

Έχεις έναν και σου φτάνει
Ντυνεται και με ΑΡΜΑΝΙ
πάει σουπερμάρκετ πάντα
και σου αλλάζει και τη ζάντα

Μας το παίζουνε αντράκια
Κι είναι όλοι ζελεδάκια
Την κουνάνε τη μουριά
Κι΄εχασαν την παπαριά !


Έχω πέντε δονητές
Μπλε και φούξια και ρουά
Γκλίτερ έχουν για ομορφιά
Και δυο μπαταρίες εξτρά!!

Ας τους άντρες στο ψυγείο
Ή σε κάποιο ενυδρείο
Κι άμα φτιάξεις και φραπέ
Για παγάκια είναι ότι πρε !

Η σκύλα Γάτα ( μερος 1ο )





Αρσενική Μυρσινοπαρθένα
έχει σπάσει πια τα φρένα
στο PC της ξενυχτάει
και σα σκύλα αλυχτάει

Δώσε μου και μένα μπάρμπα
να γλυτώσω απο την ζοχάδα
Το δικό μου το νινί
άντρας δεν το χει δει

Βαρεμένη είμαι πια
Μαμακία και δουλειά
Γι αυτό ζω μες το σκοτάδι
Μα κι εκείνο με πειράζει

θέλω ένα αρσενικό
να μου διώξει τον καημό
και έτσι ίσως ηρεμήσω
και στου έρωτα τα βάθη
να εντρυφήσω

_Πρητσαπίδουλας junior _






(Αναμένονται συναρπαστικές συνέχειες)

Σάββατο 17 Μαΐου 2008

απ'ολα εχει ο μπαξές

ξέρω κάτι γλώσσες
που είναι σκέτες κιόσες
χίλιες ουρές φυτρώνουν,
δόντια ξεριζώνουν

δεν είναι ψάρια μη φοβάστε
άνθρωποι (αυτο)αποκαλούνται,
για κοπιάστε και θαυμάστε
στο σάλιο σας αρκούνται.

μόνο φτύστε δυνατά
να πιάσει η κόλλα τόπο
δωστε τους κάτι βρε παιδιά
μην μπαίνουν άδικα στον κόπο.

ξέρω και σουπιές πολλές ,
οχι αυτές που τρως ψητές,
τις άλλες που τρώνε το μελάνι
όταν την κατινιά τους βάζουν στο τηγάνι.

για περαστε εχει απ'ολα ο μπαξές
και εναν που είναι σα μαραμένος κατηφές
εχει ζωύφια και κουνουπια
και στόματα που χασκουν τρύπια

εχει τραγους και σκουλήκια
ασημαντα μυρμήγκια
και ξεφωνημένα άτυχα τζιτζίκια.
έχει κόκκορες ευνουχισμένους
στη ψευτιά τελείως μυημένους,
έχει γύψινα λιοντάρια
με κομμένα τα πα..μπιπ..ρια

μόνο ανθρώπους δεν θα δείτε
ομως στην υγειά τους
το φαρμάκι σας θα πιείτε.

αντε και εις αλλα με υγεία
είμαι ενας ακόλαστος
γεμάτος αηδία.

_smile_

nai more moy aresei na grafo sto arseniko genos
afoy exei ekleipsei to eidos kapoios prepei na grafei
kai na feretai etsi !!!

βγάλτε τους τα παντελόνια
και δώστε τους σώβρακα
δίχως θέσεις για τα ..πιόνια...

:):):)

Τετάρτη 14 Μαΐου 2008

Big bad wolf

εκάθησα στην εξοχή
Να πιω ένα κρασάκι
Μα ήρθ’ ο λύκος ο κακός
Και μου ‘κανε φλερτάκι

Άνοιξα εγώ τα πόδια μου
Κι είχα χαρά μεγάλη
Που να ‘βλεπες πως βρώμαγε
Του λύκου η μασχάλη

Πήρα σαπούνι και νερό
Το λύκο εγώ να πλύνω
Μα μια κλωτσιά μου έδωσε
Το κ…. μου τον στήνω

Βουβάθηκα η άμοιρη
Λέξη εγώ δε βγάζω
Του λύκου μόνο τη ψ…
Βάλθηκα να κοιτάζω.

Μ ακούσανε που έσκουζα
Όλα τα γουρούνια
Και τρέξανε να δουν κι αυτά
Του λύκου τα καλούδια

Η φήμη του τον πρόφτασε
Κι όλες οι σκύλες σέρνουν
Του λύκου θέλουν τη ψ….
Εδώ κι εκεί να παίρνουν

Τον ζήλεψε ο άρχοντας
Κι όλα τα γουρούνια
Βγάλανε τότε διαταγή
Να φέρουν τη μουρούνα

Φακλάνα ήτανε θαρρώ
Κι είχε μ…. πηγάδι
Ο λύκος την έκανε καλά
Χωρίς κάνα ψεγάδι

Πρόστιμο βάλανε θαρρώ
Πολύ τρανό στο λύκο
Τον πήρανε τον χώσανε
Σ ένα μεγάλο τσίρκο

Νυχθημερόν πηγαίνανε
Όλοι να τον θαυμάσουν
Κι εκείνος τους κορόιδευε
Τους έλεγε «ετοιμάσου»

Τρελάθηκαν οι άρχοντες
Κι άρχισαν να φωνάζουν
Δεν ήξεραν οι άμοιροι
Πως πια δε διατάζουν

Ο λύκος πήδαγε θαρρώ
Όλες τις σκύλες τώρα
Χαρούμενες ήταν πολύ
Τον γέμιζαν με δώρα. .